Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

Το γέλιο και οι ευεργετικές του ικανότητες!


Το γέλιο και οι ευεργετικές του ικανότητες!

 Το γέλιο είναι το καλύτερο φάρμακο για την ψυχή και το σώμα! Οξύνει το πνεύμα, μειώνει τις εντάσεις της καθημερινότητας και διώχνει μακριά το κακό κάρμα! Δεν υπάρχει τίποτα θετικότερο από το δυνατό γέλιο, αυτό που βγαίνει μέσα από την καρδιά μας! Και αυτό γιατί:

-Ενεργοποιεί το καρδιαγγειακό σύστημα.

-Τονώνει το κυκλοφορικό σύστημα.

-Το γέλιο ενισχύει την άμυνα του οργανισμού και μας βοηθά να προλαμβάνουμε και να αντιμετωπίζουμε καλύτερα τις λοιμώξεις.

-Απελευθερώνει ενδορφίνη (φυσικό αντικαταθλιπτικό) από τον εγκέφαλο, η οποία προκαλεί μείωση της ευαισθησίας στον πόνο και αύξηση της αντοχής.

-Δυναμώνει την αναπνευστική λειτουργία και είναι η αποτελεσματικότερη άσκηση για ασθενείς με άσθμα ή χρόνια βρογχίτιδα.

-Το γέλιο "μέχρι δακρύων" καθαρίζει τον οργανισμό από τις τοξίνες.

-Γυμνάζει τους μυς του προσώπου και όλου του σώματος και... αδυνατίζει!  (1 ώρα συνεχούς γέλιου καίει 500 θερμίδες!).

-Μας ηρεμεί και μας χαλαρώνει.

-Μας φέρνει πιο κοντά στους ανθρώπους και μας απομακρύνει από τ' αντικαταθλιπτικά φάρμακα.

-Έρευνες έχουν δείξει ότι όσοι γελούν ζουν περισσότερα χρόνια!

Το γέλιο, πάνω απ' όλα, είναι απόλαυση!  Είναι η ίδια η ζωή!

Και όπως λέει και ο Σαίξπηρ: "Όσο γελάμε, τίποτα δεν έχει χαθεί."

 

TIPS για να γελάσουμε:

1. Παίξτε παντομίμα ταινιών μαζί με τους φίλους σας!

 2. Δείτε αγαπημένες ελληνικές και ξένες κωμωδίες, όπως το "Ραντεβού για Παντρεμένους"  (Steve  Carell, Tina Fey)  ή το πιο παλιό "Ο Ροζ Πάνθηρας", ταινία του 1963 με τον απίθανο Peter  Sellers!

3.Πηγαίνετε οικογενειακώς και παίξτε παιχνίδια στο Λούνα Παρκ!  Αισθανθείτε και πάλι ανέμελα παιδιά!
4.Κάντε δώρο στον εαυτό σας,  αλλά και στο φίλο σας,  ένα μάθημα "Γιόγκα  Γέλιου"! Θα ενθουσιαστείτε!

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2013

16 Ιουνίου πείτε του "Χρόνια Πολλά" !!! Κι όμως, γιορτάζει κι ο πατέρας!


Κι όμως, γιορτάζει κι ο πατέρας!

Η αδυναμία που έχουν οι κόρες στον μπαμπά είναι κοινή παραδοχή σ’ εμάς τα κορίτσια!

Από μικρές βρίσκουμε καταφύγιο στην αγκαλιά του, κλείνοντάς του πονηρά το μάτι και κάνοντάς τον συνεργό στις παιδικές μας σκανταλιές και σύμμαχο στα αμέτρητα «θέλω» μας!

Ατελείωτα τα «θέλω» ενός παιδιού, ατελείωτα και τα δικά μου «θέλω» και ο μπαμπάς μου πάντα εκεί, πάντα δίπλα μου να μου τα κάνει πραγματικότητα, να μου τα ζωντανεύει… Να μου προλαβαίνει όλες μου τις επιθυμίες πριν καλά-καλά τις ξεστομίσω, πριν τις απαιτήσω με ένταση, χτυπώντας τα πόδια μου στο πάτωμα και σουφρώνοντας τα χειλάκια μου!

Ένας πατέρας που ερχόταν πάντα με τα δώρα του, όταν επέστρεφε από την Αθήνα στο σπίτι μας στο νησί, κάνοντάς με να αισθάνονται κάτι παραπάνω από πολύτιμη και σημαντική, κάνοντάς με να αισθάνομαι μοναδική, το κέντρο του κόσμου!

Ένας πατέρας με αφθονία από αγκαλιές και χαμόγελα να περισσεύουν. Ένας πατέρας που κουβέντιαζε και άκουγε όσα είχα ανάγκη να πω και που ακόμα και στην έντονη εφηβεία μου ήταν παρών με λέξεις και πράξεις!

Καμιά φορά μου έδινε την εντύπωση πως ήθελε γιο, ειδικά όταν μ’ έπαιρνε στο γήπεδο να δούμε ποδόσφαιρο, αλλά μου το ξεκαθάριζε όταν μου έλεγε: «Εσύ είσαι η βασίλισσά μου! Πάντα κοριτσάκι ήθελα κι ήρθες, εσύ, μες στο καταχείμωνο, Φλεβάρη μήνα, και μου άλλαξες μαγικά τη ζωή!»

Κι εσύ μπαμπά μού δίδαξες μια ωραία και γενναία ζωή! Μου έμαθες να δίνω χωρίς να ζητάω, ν’ αγαπώ χωρίς να παιδεύω, να προσφέρω χωρίς να απαιτώ! Μου έμαθες να είμαι πάντα παρούσα στους φίλους, να μην τους εγκαταλείπω στα δύσκολα, να τους φροντίζω και να τους κατανοώ, χωρίς να τους κρίνω και να τους συγκρίνω! Μου έμαθες να μένω σταθερή στα πιστεύω μου και να τα υπερασπίζομαι χωρίς φόβο αλλά με πάθος, χωρίς να περιμένω να γίνουν αποδεχτά από όλους, αλλά και αρνούμενη να μου τα στερήσουν! Μου έμαθες ότι πάνω απ’ όλα είναι ο άνθρωπος! Πάνω από μίση και πάθη! Πάνω από κράτη και κυβερνήσεις! Πάνω από αγίους και δαίμονες!

Χρόνια πολλά, πατέρα κι ένα μεγάλο ευχαριστώ για όλα αυτά που μου πρόσφερες απλόχερα! Να ξέρεις πως δεν πήγαν χαμένα…

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

ΑΞΕΧΑΣΤΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΤΩΝ '80ς


Αξέχαστες φράσεις των ‘80ς

Όποιος έχει ζήσει στην αλησμόνητη δεκαετία των ΄80ς, τη δεκαετία της ανεμελιάς, της αισιοδοξίας, σίγουρα έχει ζήσει εκείνες τις παλιές καλές μέρες που απολαμβάναμε τη ζωή χωρίς ενοχές, πιστεύοντας πως μπορούμε να κάνουμε κάθε όνειρό μας πραγματικότητα, φτάνοντας όπου λαχταράει η ψυχή μας!

Η μαγική δεκαετία των ‘80ς καλόμαθε πολύ τα παιδιά της με σίριαλ, όπως η «Δυναστεία» και το «Ντάλας», με την έξαρση των βιντεοκασετών, αλλά και με την «ξένη» μουσική, η οποία δημιούργησε, τότε, δύο ομάδες «ορκισμένων» εχθρών, τους καρεκλάδες και τους ροκάδες. Οι ροκάδες από τη μια και οι καρεκλάδες από την άλλη κάνανε τα… στραβά μάτια μόνο όταν έπαιζαν τα αργά κομμάτια των Scorpions στα parties και η ανάγκη των ερωτευμένων για ένα μπλουζ απαιτούσε την απαραίτητη ανακωχή!

Αξέχαστες και οι φράσεις εκείνης της εποχής! Ας θυμηθούμε μερικές:

·         «Έφαγα φλας!»

·         «Μου έφτιαξε μια τέλεια κασέτα ο ντι-τζέι Τζόνυ!»

·         «Πρόσεχε μη σου βάλουν ναρκωτικό στην Κόκα-Κόλα!»

·         «Δε θέλω τη συμπόνια κανενός…»

·         «Φρίκαρα, δικέ μου!»

·         «Το AIDS κολλάει με το φιλί;;»

·         «Μια φίλη μού έφερε Εστέ Λοντέ καλλυντικά από την Αγγλία!»

·         «Μου ανάψαν τα λαμπάκια!»

·         «Αύριο πάω για περμανάντ!»

·         «Να φέρεις το πικ-απ, τον ενισχυτή και το μείκτη σου για το πάρτυ!»

·         «Με λένε Αλέξη, σε λένε Σοφία / Κρατώ μια κιθάρα, κρατάς μια καρδιά!»

·         «Είμαι αφασία!»

·         «Έπαθα ψυχικό τραλαλά!»

·         «Πάω ν’ αγοράσω καινούργια σπορτέξ!» ( Όλα τ' αθλητικά παπούτσια τα λέγαμε σπορτέξ.)

·         «Δε σ’ ακούω, πάρε το μηδέν!»

·         «Έχω παράνομες κασέτες του Άσιμου!»

·         «Τα levis τα φτιάχνουνε στην Καλαμάτα!»

·         «Ο μπαμπάς μου δε μ’ αφήνει να έρθω στο πάρτυ!»

·         «Δεν έγραψα έκθεση. Έπεσα στην ‘Αρωγή και Ευδοκίμηση’!»

·         «Σαράφης στα Τρίκαλα, Σαράφης στην Αθήνα, τώρα και στο Παρίσι!!!»

·         «Τα Βenneton τα πουλάνε σε καλάθια στην Ιταλία!»

·         «Έχω πειρατικές κασέτες από τη συναυλία του Νταλάρα στον Ορφέα!»

·         «Ήμουν κι εγώ στο πάρτι του Λούκι στη Βουλιαγμένη!»

·         «Ποιος σκότωσε τον Τζέι Αρ;;»

·         «Η Μαρία ‘τα έφτιαξε’ μ’ έναν εξωσχολικό με μηχανάκι!»

·         «Μπορείς να μου δανείσεις τη Μανίνα / Κατερίνα / Αγόρι / Μπλεκ / Αγκάθι / Ποπ και Ροκ/ Παρά Πέντε;;»

·         «Η Άγγελοι του Τσάρλυ είναι τρεις, η Κέλλυ, η Σαμπρίνα και η Κρις!»

·         «Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι!» (Αναφέρεται σε ταινία στην τηλεόραση με σκανδαλώδες περιεχόμενο που διεκόπη στον αέρα.)

·         «Είναι κεφάτη, γυρίζει απ’ του Βερόπουλου!»

·         «Φτεράααα!!! Φτερά και πούπουλα!!!»

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

ROBERT JOHN DOWNEY, JR. Winner of People 's Choice Awards 2013 - Nικητής και στη ζωή!

ROBERT JOHN DOWNEY, JR.
 
 
 
 
 

 
 
 

Ο Αμερικανός ηθοποιός Robert Downey, Jr. είναι ο φετινός νικητής των Peoples Choice Awards. Έχοντας μια καριέρα που θα ζήλευαν πολλοί συνάδελφοί του κατάφερε να γίνει ιδιαίτερα αγαπητός στο κινηματογραφόφιλο κοινό ενσαρκώνοντας ρόλους υπερηρώων, όπως ο IRON MAN, αλλά και παίζοντας εξαιρετικά σε δύο ταινίες τον genius και ιδιόρρυθμο ντετέκτιβ SHERLOCK HOLMES.
O Robert Downey, Jr. γεννημένος στις 4 Απριλίου του 1965 στο Greenwich Village της Νέας Υόρκης, ήταν ένα από τα «κακά» παιδιά του Hollywood που απασχολούσε -σχεδόν σε καθημερινή βάση- τα τηλεοπτικά μέσα, καθώς αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα από τον εθισμό του στα ναρκωτικά.
Εξαιρετικός ηθοποιός από παιδί αφού έκανε την πρώτη του εμφάνιση σε ηλικία μόλις 5 ετών στην ταινία «Pound». Μία ταινία που είχε σκηνοθετήσει ο πατέρας του και ο μικρός τότε Robert είχε το ρόλο ενός κουταβιού!
Το κινηματογραφόφιλο κοινό τον γνώρισε καλύτερα το 1987 με την ταινία «Less Than Zero», όπου έκανε το ρόλο του Julian Wells, ενός πλούσιου νεαρού ναρκομανή.
Το 1992 ο αμερικανός ηθοποιός υποδύθηκε εκπληκτικά τον Τσάρλι Τσάπλιν στην ταινία «Chaplin», αποσπώντας μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου και κερδίζοντας το βραβείο BAFTA!
Kι ενώ η καριέρα του ακολουθούσε ανοδική πορεία, τα ναρκωτικά έμπαιναν όλο και περισσότερο στην καθημερινότητά του. Έχει μείνει χαρακτηριστική η δήλωσή του πως η εξάρτησή του από τις ναρκωτικές ουσίες ξεκίνησε από την ηλικία των 8 ετών. Ο πατέρας του, χρήστης ο ίδιος, τού είχε δώσει να καπνίσει ένα τσιγάρο μαριχουάνας.
Τα χρόνια από το 1996 έως το 2001 ήταν ιδιαίτερα ταραγμένα, καθώς τα ναρκωτικά κυριαρχούσαν στη ζωή του. Είχε συλληφθεί, φυλακιστεί και οδηγηθεί για απεξάρτηση άπειρες φορές μέσα σ’ αυτή την εξαετία! Το 1996 τον συνέλαβαν να οδηγεί υπό την επήρεια αλκοόλ και κατόπιν έρευνας στο αυτοκίνητό του βρέθηκε ποσότητα ηρωίνης και ένα όπλο. Η ποινή που του επιβλήθηκε, τότε, ήταν 3 χρόνια με αναστολή. Το 1999 καταδικάστηκε σε 3 χρόνια φυλάκιση, αφού είχε παραβιάσει την αναστολή του αρκετές φορές.
Έμεινε ένα χρόνο σε δημόσια φυλακή για Τοξικομανείς, στην Καλιφόρνια, ώσπου αποφυλακίστηκε το 2000. Το 2001 συνελήφθηκε για τελευταία φορά, χωρίς όμως να του απαγγελθούν κατηγορίες.
Ο βραβευμένος με Χρυσή Σφαίρα για το ρόλο του στην επιτυχημένη δικηγορική σειρά της τηλεόρασης «Ally McBeal» (2000-2002), ρόλο που έχασε το 2001 μετά την τελευταία του σύλληψη, κατάφερε το 2003 ν’ απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά και να επιστρέψει στα κινηματογραφικά πλατό και στις επιτυχίες. Βοηθό σ’ αυτή του την προσπάθεια είχε το στενό του φίλο Mel Gibson.
Το 2003, στα γυρίσματα του θρίλερ «Gothika», γνώρισε την παραγωγό της ταινίας Susan Levin, μετέπειτα σύζυγό του και μητέρα τού μόλις 11 μηνών γιου του, για την οποία έχει πει πως τον βοήθησε ιδιαίτερα να διώξει κάθε κακή συνήθεια.
Ο κινηματογραφικός «Iron Man», που βρίσκεται στο νούμερο 60 της λίστας του περιοδικού TIME με τους πιο ισχυρούς ανθρώπους του πλανήτη, δήλωσε το Μάη του 2010 πως η θεραπεία που ακολούθησε για ν’ απεξαρτηθεί από τις ναρκωτικές ουσίες τού έσωσε τη ζωή. «Είπα πως θα το κάνω και το έκανα, ήταν μια απόφαση στιγμής που, όμως, μου έσωσε τη ζωή!»

 
 
 

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

ANGELS (Robbie Williams' song)

                                                       ANGELS (Robbie Williams' song)  

Aγαπημένο τραγούδι από έναν πολυαγαπημένο τραγουδιστή που πέρασε πολλά. Ο δικός του άγγελος, όμως, δεν τον άφησε να χαθεί. Εδώ και λίγες μέρες βρίσκεται στην αγκαλιά του με τη μορφή της λατρεμένης του κορούλας... Υπάρχουν ακόμα άγγελοι, Robbie... Sing for them...

"Angels" is a song originally part written by uncredited Irish songwriter, Ray Heffernan and covered by Robbie Williams. Williams and Guy Chambers were subsequently credited as "joint co-writers" and the song was released as a single in December 1997.[1] It became the singer's biggest selling single and has been voted the best song of the past 25 years at the BRIT Awards.

 

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2012

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ - Ο ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ


ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

«Και η Ποίηση πάντοτε είναι μία όπως ένας είναι ο ουρανός. Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς τον ουρανό. Εγώ τον έχω δει από καταμεσίς της θάλασσας.»

Ο σπουδαίος μας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης (2 Νοεμβρίου 1911 – 18 Μαρτίου 1996, Νόμπελ Λογοτεχνίας 1979), ο «Ποιητής του Αιγαίου», αγάπησε και τίμησε την Ελλάδα με τα ηλιοφώτιστα ποιήματά του!

Οδυσσέας Ελύτης

Ο Αύγουστος

Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά

Κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά

Αύγουστε μήνα και Θεέ σε σέναν ορκιζόμαστε

Πάλι του χρόνου να μας βρεις στο βράχο να φιλιόμαστε

Απ΄την Παρθένο στον Σκορπιό χρυσή κλωστή να ράψουμε

Κι έναν θαλασσινό σταυρό στη χάρη σου ν΄ανάψουμε

Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά

Κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά.

(Τα Ρω του Έρωτα, Ο. Ελύτης, εκδ. Ίκαρος)

Τρίτη 7 Αυγούστου 2012

To καλοκαίρι που θέλω να ξεχάσω


Το καλοκαίρι που θέλω να ξεχάσω

Καλοκαίρι του 1990. Μεσημέρι Ιουλίου. Η Αθήνα καμίνι! Η ζέστη, ανυπόφορη, βαραίνει τα βλέφαρα και τραβάει τα ταλαιπωρημένα κορμιά μας στο μυστηριώδες μονοπάτι του ύπνου.

Μόνο που αυτή τη φορά κανείς μες στο σπίτι δε θέλει να κοιμηθεί. Κανείς δε θέλει να παραδοθεί στην αγκαλιά του Μορφέα. Κανείς δε θέλει να κλείσει τα μάτια του και να ονειρευτεί. Για την οικογένειά μου, τα όνειρα -αυτό το δύσκολο και αιφνιδιαστικά αδιέξοδο καλοκαίρι- μετατράπηκαν σε εφιάλτες! Μετατράπηκαν σε ανθρωπόμορφα τέρατα που παραμονεύουν, στη γωνιά του δρόμου, τα ιδρωμένα μας κορμιά και τις πονεμένες ψυχές μας για να τις κατασπαράξουν.

«Κανένα έλεος;» «Κανένα έλεος, πια;» Ακούγεται να λέει η φωνή της μάνας μου από την κουζίνα, που νωρίς σήμερα το πρωί έχει μάθει τα κακά μαντάτα για το ανίψι  και βαφτιστήρι της.

 «17 χρονών παλικαράκι ο Λευτέρης μας, 17 χρονών η καρδιά μου, το πρωτότοκο του αδελφού μου! Γιατί σ’ αυτούς, γιατί αυτή η τρελοαρρώστια; Κανένα έλεος, κανένα;»

«Τι έλεος, βρε μάνα, να δείξει η τρέλα; Κι αν είχε έλεος, γιατί να το δείξει στο Λευτέρη μας; Χρωστάει σε κανέναν η τρέλα; Μην ακούς αυτά που λένε… Ούτε στο Λευτέρη χρωστάει, ούτε στη Μιχαλού…»

«Καταλαβαίνεις, κορίτσι μου, τρελάθηκε το παιδί μας! Αυτό μου είπε η μάνα του, κλαίγοντας με αναφιλητά και μου έδωσε το θείο σου για να μου εξηγήσει τι ακριβώς τους συνέβη. Το παιδί, λέει, είχε πάει στο σπίτι ενός φίλου του, μαζί με άλλους τρεις συμμαθητές του κι εκεί που έβλεπαν μια ταινία στην τηλεόραση και άρχισαν να χαζογελάνε, σηκώθηκε ο Λευτέρης μας και…»

«Φτάνει, μάνα, το έχω ακούσει εφτά χιλιάδες φορές από το πρωί…. πως σηκώθηκε ο Λευτέρης μας, άρχισε να φωνάζει και έχωσε μια μπουνιά στην τζαμαρία της πόρτας, κάνοντάς την κομμάτια! Κι από τότε έχει θολώσει το μάτι του και τον έχουν μεταφέρει στο νοσοκομείο. Είδες το έχω μάθει απ’ έξω πια! Άλλη μια φορά να τ’ ακούσω και θα χώσω κι εγώ μπουνιά στην τζαμόπορτα του μπαλκονιού.»

Αυτή η συνομιλία με τη μάνα μου επαναλαμβανόταν, ίδια κι απαράλλαχτη, για τέσσερις ολόκληρες μέρες, μέχρι που έφεραν το παιδί από τη Νάξο στην Αθήνα για περαιτέρω εξετάσεις, όπως μας είπαν. Ένα αντράκι 17 ετών καστανόξανθο, ψηλό, γεροδεμένο, που μέχρι πριν τρεις μήνες χαιρόσουνα να το βλέπεις και να τ’ ακούς! Μιλούσε για το σχολείο, καθώς ήταν άριστος μαθητής, για τους φίλους που είχε αρκετούς, για τις αθλητικές του επιδόσεις, που του είχαν χαρίσει πολλές φορές πανκυκλαδικές πρωτιές και χρυσά μετάλλια σε αγώνες. Μας έλεγε, γελώντας πάντα,  για τη μάνα του, που τον άγχωνε με το διάβασμα, για τη γιαγιά του, που τον κυνηγούσε -μονίμως-  μ’ ένα μπουφάν στο χέρι, αλλά και για τον πατέρα του που  υπεραγαπούσε κι ας του θύμωνε κάποιες φορές για τον εθισμό του στη χαρτοπαιξία, έναν εθισμό, όμως, που στάθηκε μοιραίος γι’ αυτό το ταλαίπωρο πλάσμα. Έναν εθισμό που έκανε τη μάνα του να εξοργίζεται, να τα βάζει με τη μοίρα της, να κλαίει τα βράδια σιωπηλά και αμέτρητες φορές να τσακώνεται με τον πατέρα του και ν’ ακούγονται οι φωνές τους σ’ όλη τη γειτονιά, κάνοντας τον  Λευτέρη να κλείνει τ’ αυτιά του με το μαξιλάρι και να θέλει να εξαφανιστεί από προσώπου γης. Κάνοντας αυτό το ευαίσθητο πλάσμα, που βρισκόταν στην εφηβεία, στην πιο ζόρικη ηλικία του ανθρώπου, να μην ξέρει πώς ν’ αντιδράσει, πώς να ξεφύγει από τ’ αδιέξοδα προβλήματά του και πώς ν’ αντιμετωπίσει συγγενείς, φίλους, γειτονιά, που χρόνια γνώριζαν το βάσανο της οικογένειας, αλλά χαμογελούσαν συγκαταβατικά και παρέμεναν σιωπηλοί.

Τώρα θα μου πει κάποιος πως αναζητώ αιτίες για το κακό. Αναζητώ να ρίξω το φταίξιμο στον «ελαττωματικό» πατέρα και στην πονεμένη μάνα, που είχε αγκιστρωθεί επάνω στο γιο της. Στη μάνα που πατούσε επάνω στις ευαισθησίες του παιδιού της και παρηγορούνταν με τη γλυκιά και υπάκουη συμπεριφορά του, μια συμπεριφορά που ντυνόταν τα ρούχα του αγοριού και άφηνε τον πατέρα γυμνό αλλά ήσυχο. Μια συμπεριφορά που μετέτρεπε τη δόλια μάνα από άβουλο θύμα σε ανελέητο θύτη για το βλαστάρι της κι εκείνο, μη θέλοντας ν’ αντιδράσει, καταλαβαίνοντας το καημό του γονιού του, ανέβαινε αμίλητο το Γολγοθά του.

Και φέρνουν τον Λευτέρη στην Αθήνα. Ένα πλάσμα χαμένο που δεν το χωράει ο τόπος. Μένει μαζί μας για λίγο μέχρι να βγει η διάγνωση. Κλειδώνουμε τις πόρτες γιατί θέλει συνέχεια να φεύγει, να τρέχει, να χάνεται… Να χάνεται απ’ όλους κι απ’ όλα χωρίς να μπορεί, όμως, να βρει την ηρεμία και τη γαλήνη που του λείπει. Την ηρεμία και τη γαλήνη που δε βρήκε ποτέ στο σπίτι του, αφού όλοι τον έβλεπαν σαν το καλό και δυνατό παιδί στον αντίποδα του άσωτου και ανίσχυρου πατέρα.

Και η διάγνωση… σχιζοφρένεια! Ο Λευτέρης μεταφέρεται στο νοσοκομείο «Σωτηρία». Εκεί μένει μερικές εβδομάδες, κάνοντας συγκεκριμένη θεραπεία με ισχυρά φάρμακα που τον κρατούν ήρεμο… Φυτό, θα έλεγα εγώ, καθώς η λάμψη απ’ τα μάτια χάνεται και το βλέμμα, κενό πια, κοιτάζει άνευρο, άχρωμο… Χωρίς πνοή, χωρίς ψυχή!

Τον επισκέπτομαι αρκετές φορές από τότε, φορές που δε θα ξεχάσω ποτέ! Βλέμματα, σώματα, λέξεις, ανάγκη για ενδιαφέρον και ανθρώπινη επικοινωνία από πλάσματα ξεχασμένα από Θεό και ανθρώπους, θαρρείς… Από νέα παιδιά που το μυαλό τους δε στάθηκε αντάξιο της ψυχής τους, αντάξιο της ευαισθησίας τους και χωρίς κανένα οίκτο τα πρόδωσε.

Όποτε πήγαινα να δω τον Λευτέρη, να πούμε μια κουβέντα, να περπατήσουμε στον κήπο, να χαμογελάσουμε -όσο γινόταν-, κοιτώντας τις νεαρές νοσοκόμες, μαζεύονταν γύρω μας κι άλλα παιδιά, αποζητώντας την προσοχή.

Με κοίταζαν μ’ εκείνο το επίμονο, απλανές βλέμμα και με ρώταγαν όλα όσα δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να ρωτήσουν τους γιατρούς και τους νοσηλευτές, εκεί μέσα.

Με τη Μαρίνα, ένα μελαχρινό, ψηλόλιγνο κορίτσι από την Άμφισσα, που κάθε φορά που πήγαινα ερχόταν με ορμή να με αγκαλιάσει, καθώς της έλειπαν οι γονείς της που δεν έμεναν Αθήνα, είχαμε γίνει κολλητές πια. Την πρώτη φορά που με είδε με ρώτησε αν φοράω μάσκαρα, αφού της είχαν κάνει εντύπωση -όπως μου είπε- οι έντονες βλεφαρίδες μου. Στο τέλος του επισκεπτηρίου μού ζήτησε να της φέρω καλλυντικά, την επόμενη φορά που θα ερχόμουν, λέγοντάς μου χαρακτηριστικά: «Ξέρεις, Αγγελική, εδώ μέσα δε μ’ αφήνουν να βάφομαι, γι’ αυτό μην το πεις σε κανέναν. Θα είναι το μυστικό μας! Εντάξει;»

«Εντάξει, Μαρινάκι, μη σε νοιάζει, θα προσπαθήσω να σου φέρω!» Της απάντησα, κουνώντας το κεφάλι και αγκαλιάζοντάς την τρυφερά. Σπουδαίο πράγμα η αγκαλιά γι’ αυτά τα παιδιά, όπως και για όλα τα παιδιά του κόσμου!

Ο Στέλιος, πάλι, παλικαράκι 16 χρονών, ήταν συχνά μαζί με το Λευτέρη και μου ζήταγε να του φέρω σοκολάτες με γεύση φράουλα. «Αυτές, αυτές, Αγγελική, είναι οι αγαπημένες μου! Μην το ξεχάσεις! Θα τις φάμε μαζί με το Λευτέρη, οι δυο μας! Σε κανέναν άλλον δε θα δώσω, μόνο στο Λευτέρη, γιατί τον αγαπάω! Είναι φίλος μου και θα είμαστε φίλοι για πάντα!»

Και το εννοούσε ο Στέλιος το «για πάντα». Το εννοούσε…

Όταν μετά από καιρό, μετέφεραν το Λευτέρη από το «Σωτηρία» στο «Σινούρη», ο Στέλιος αρνιόταν να πάρει τα φάρμακά του, δεν ήθελε να βλέπει κανέναν, δεν ήθελε να τρώει, ούτε να κοιμάται. Ήθελε να πάει μαζί με το φίλο του! Το φίλο του «για πάντα!» Μα η κακιά αρρώστια που τους ένωσε, η ίδια αυτή τους χώρισε!

Ο Λευτέρης πέρασε αρκετούς μήνες στο Σινούρη. Μήνες που ήταν πολύ δύσκολοι για εκείνον και την οικογένειά μας… Μήνες που μας φάνηκαν αιώνες… Μήνες που γέρασαν τη μάνα του, έριξαν στο κρεβάτι τη γιαγιά του και αρρώστησαν βαριά τον πατέρα του… Μήνες θλιβεροί και αδιέξοδοι…

Πήγα και στο «Σινούρη» να τον δω… Εκεί, όμως, το παιδί ήταν πολύ καταβεβλημένο από τη βαριά φαρμακευτική αγωγή που του χορηγούσαν. Ούτε μίλαγε πολύ, ούτε χαμογελούσε. Μέναμε βουβοί για αρκετή ώρα, κοιτώντας τους μελαγχολικούς, άδειους τοίχους και τις μεταλλικές καρέκλες των επισκεπτών. Μια μέρα με ρώτησε για το Στέλιο, το φίλο του. Δεν ήξερα τι να του απαντήσω… Είχα μάθει, βέβαια, πόσο άσχημα περνούσε χωρίς το Λευτέρη, αλλά δεν τόλμησα να του το πω. Του είπα πως είναι καλά και πως του πηγαίνω -πού και πού- τις αγαπημένες του σοκολάτες.

Ώσπου, κάποια μέρα, σταμάτησα να τον επισκέπτομαι. Η κατατονία του, το κενό του βλέμμα, η απάθεια που έδειχνε προς όλους και όλα -απόρροια των φαρμάκων- με πλήγωναν, μ’ έκαναν ν’ ασφυκτιώ, να μην μπορώ να πάρω ανάσα μέσα στο αποπνικτικό, χλωμό και θλιμμένο θεραπευτήριο.

Κι ο καιρός πέρασε… Κι ο Λευτέρης πήρε εξιτήριο… Λαβωμένος βαθιά αλλά νικητής, αφού ξαναβγήκε στη ζωή. Πάντα, βέβαια, με τα φάρμακά του.

 Μ’ αυτά θα μάθει να ζει! Αυτά θα έχει φίλους! Αυτά θα έχει εχθρούς!

  Σήμερα, μετά από 22 χρόνια, το παιδί  -άνδρας πλέον-  ζει στη Νάξο μαζί με τη μητέρα του. Παίρνει πάντα φάρμακα, περπατάει πολύ, νοιάζεται και ρωτάει για όλους μας και πάντα χαμογελάει όταν του μιλάς για τον αγαπημένο του Ολυμπιακό.

«Θα έρθω, Αγγελική, στην Αθήνα, να πάμε στο γήπεδο, να δούμε την ομαδάρα μας, παρέα! Τον πρωταθλητή μας!» Μ’ αυτά τα λόγια με αποχαιρέτησε το Πάσχα που έφευγα από το νησί.

Να έρθεις, Λευτέρη μου, να έρθεις! Και να ξέρεις, για μένα εσύ είσαι ο πρωταθλητής, εσύ είσαι ο ήρωας, όσα χρόνια κι αν περάσουν…